διαδιδομέναις

διαδιδομέναις
διαδίδωμι
pass on
pres part mp fem dat pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • μετάμελος — μετάμελος, ον (ΑM) αυτός που μετανοεί, μετανιωμένος («πόλις ταῑς διαδιδομέναις φήμαις μετάμελος οὖσα», Διόδ.) αρχ. το αρσ. ως ουσ. ὁ μετάμελος η μεταμέλεια, το μετάνιωμα («πολύ δὲ μείζων ἔτι τῆς στρατείας ὁ μετάμελος», Θουκ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”